Η Προσωπική Διαχείριση του Επερχόμενου Θανάτου

Η Προσωπική Διαχείριση του Επερχόμενου Θανάτου

Η ανακοίνωση ενός επικείμενου θανάτου επιδρά καθοριστικά επάνω μας ανεξάρτητα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, την προσωπικότητα ή τις συνθήκες ζωής μας. Μία τέτοια στιγμή και οι επακόλουθες διεργασίες -οι σκέψεις που γεννά, η αντιμετώπιση των τρίτων, η κόπωση που προκαλείται από τη νοσηλεία κλπ-  ανατρέπουν τα οικεία δεδομένα και προσβάλλουν το ένστικτο της ζωής και της αυτοσυντήρησης.

Τί αισθανόμαστε στο άκουσμα του επικείμενου θανάτου;

 

Η σχεδόν αυτόματη αντίδρασή μας στο άκουσμα της διάγνωσης μιας τερματικής ασθένειας ή του επερχόμενου θανάτου είναι συνήθως η άρνηση, ένας συνήθης μηχανισμός άμυνας που απορρίπτει ή περιορίζει την αντίληψη της πραγματικότητας.  Η άρνηση αυτή προσλαμβάνει διάφορες μορφές και μπορεί να ενδύεται τον μανδύα, λόγου χάρη, της ελπίδας για την απρόσμενη ανατροπή της πορείας των πραγμάτων ή της εξακολούθησης να πραγματοποιούμε τις προσφιλείς μας ενέργειες και δραστηριότητες «σαν να μην συμβαίνει τίποτα».

Οι αντιδράσεις ποικίλουν. Μπορεί να μας καταλάβει θυμός για αυτό που μας συμβαίνει, αίσθημα αδικίας ή μοναξιάς, άγχος και, κυρίως, φόβος: ο φόβος για τον επερχόμενο θάνατο. 


 Όταν πρόκειται για περίπτωση διάγνωσης περί του τέλους του κύκλου ζωής - περίοδος κατά την οποία ο θάνατος πιθανολογείται να προκληθεί μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα- υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να βυθιστούμε σε έντονη θλίψη, να επιλέξουμε την αυτό-απομόνωση, να βρεθούμε σε σύγχυση για την πραγματική κατάσταση, να οδηγηθούμε σε αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές εάν δεν υποστηριχτούμε κατάλληλα κλπ.

 

Συμβουλές για την Ενίσχυση της Ψυχολογίας μας

 

Για όλους τους παραπάνω λόγους, είναι καθοριστικό να λάβουμε υπόψη τα παρακάτω ενδεικτικά σημεία που αφορούν την ψυχολογική υποστήριξή μας:

  1. Η ανακοίνωση των ακριβών λεπτομερειών συνήθως καθορίζεται τόσο από την ηλικία όσο και από την ιδιοσυγκρασία κάθε ατόμου. Το περιβάλλον (η οικογένεια αλλά και οι θεράποντες ιατροί) οφείλουν να σεβαστούν το δικαίωμά μας να γνωρίζουμε τι πρόκειται να συμβεί και να μην μας αποκρύψουν την αλήθεια, εφόσον αυτή είναι η επιθυμία μας και την έχουμε εκφράσει. Έχει καταγραφεί κατ’ επανάληψη ότι οι περισσότεροι ασθενείς επιθυμούν να μάθουν την αλήθεια, με μοναδική προϋπόθεση οι ανακοινώσεις τέτοιου είδους να μην γίνονται με σκληρότητα, ή σε κλίμα απόλυτο και φοβικό. 
  2. Εάν νιώθουμε ότι δεν υπάρχει καμία συγκεκριμένη ενδεδειγμένη φράση/ λόγια υποστήριξης ή συμβουλή που θα θέλαμε να λάβουμε από τους οικείους μας, συνιστάται να ενθαρρύνουμε την ειλικρίνειά τους, η οποία σε συνδυασμό με την ευαισθησία και την ενσυναίσθηση αποτελούν ένα ισχυρό υποστηρικτικό μηχανισμό και εξασφαλίζουν την εμπιστοσύνη μας, όταν καλούμαστε να διαχειριστούμε την πορεία προς το τέλος της ζωής. 
  3. Εάν επιθυμούμε έντονα να συνεχίσουμε να λαμβάνουμε αποφάσεις για τη ζωή μας και αυτό είναι εφικτό, όπως το να περνάμε περισσότερο χρόνο με τους αγαπημένους μας ή να μην στερούμαστε κατά τρόπο απόλυτο κάποιες απολαύσεις, στο βαθμό που αυτό δεν επιδεινώνει, φυσικά, την κατάσταση της υγείας μας, θα πρέπει να το εκφράζουμε. 
  4. Καθώς η φυσική δραστηριότητά μας πιθανόν να μειωθεί σημαντικά, μπορούμε να αναζητήσουμε στιγμές ηρεμίας και γαλήνιας ανάπαυσης, στιγμές πρόσβασης σε τόπους μνήμης ή στη φύση ή, απλούστερα, να επιδοθούμε σε πράξεις απολογισμού του κύκλου ζωής, σε πράξεις καλοσύνης ή μεταμέλειας, συγχώρεσης ή συμφιλίωσης, εάν κάτι τέτοιο μας εκφράζει. Σε αυτή τη διαδικασία, ανακατασκευάζουμε μέσα μας μια τελική εικόνα του εαυτού όπως επιθυμούμε να μας θυμούνται και όπως επιθυμούμε να νιώθουμε κατά την αποχώρηση. Αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα αλλά και πράξη σεβασμού προς την ίδια τη ζωή να παραμένουμε ελεύθεροι και δραστήριοι με κάθε πρόσφορο τρόπο. 
  5. Τέλος, συνιστάται να αναζητήσουμε ψυχολογική υποστήριξη από επαγγελματία, στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό. Το περιβάλλον μας θα πράξει ότι είναι ανθρωπίνως δυνατό για να βοηθήσει να είναι ομαλή η πορεία προς το τέλος της ζωής μας και να συναισθανθεί  την έντονη συναισθηματική και ψυχολογική επιβάρυνσή μας.  Ωστόσο οι οικείοι μας δεν μπορούν εύκολα να υποκαταστήσουν τον ρόλο και τη συμβολή ενός ειδικού. 

 

 

Σε κάθε περίπτωση, η ψυχολογική παρέμβαση σε άτομα στο τελικό στάδιο του κύκλου ζωής είναι θεμελιώδους σημασίας. Καθοριστικό ρόλο παίζει το υποστηρικτικό πλαίσιο της οικογένειας και των φίλων στην αποδοχή του δύσκολου γεγονότος.

 

Χρειάζεται να μην αποκλειόμαστε από όσους επιθυμούμε να βλέπουμε και να συναναστρεφόμαστε, αλλά πρέπει και να μην εκτιθέμεθα χωρίς λόγο σε πληροφορίες και συζητήσεις που μας φορτίζουν.

 

Από την άλλη πλευρά, η επαγγελματική βοήθεια μας προσφέρει ανακούφιση, κυρίως όταν οι οικείοι και οι θεράποντες ιατροί παρατηρούν ενδείξεις κατάθλιψης ή άγχους, δυσθυμίες λόγω έντονου πόνου κλπ.

 

Όταν οι ατομικές προσπάθειες υποστήριξης από τους οικείους, οι οποίοι αφουγκράζονται και ικανοποιούν πρόθυμα τις ανάγκες μας, ενισχύονται από τον ειδικό, τα ψυχικά οφέλη τόσο για εμάς όσο και για την οικογένεια είναι σημαντικά, καθώς μια τέτοια ολοκληρωμένη αντιμετώπιση μετατρέπει την πορεία προς το θάνατο σε μια βαθύτατα ανθρώπινη διεργασία.