Ο θάνατος στον ρωμαιοκαθολικισμό

Ο θάνατος στον ρωμαιοκαθολικισμό
Ο θάνατος στον ρωμαιοκαθολικισμό

Ποιες διαφορές εντοπίζονται μεταξύ καθολικής και ορθόδοξης εκκλησίας ως προς το τελετουργικό της κηδείας και των θρησκευτικών πεποιθήσεων περί μεταθανάτιας ζωής; Ένας οδηγός για τον θάνατο στον ρωμαιοκαθολικισμό

 

ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ ΤΟ

Το ημερολόγιο γράφει 16 Ιουλίου του 1054. Ο απεσταλμένος του Πάπα στην Κωνσταντινούπολη, καρδινάλιος Ουμβέρτος, αποθέτει τη Βούλα Αφορισμού στην Αγία Τράπεζα της Αγίας Σοφίας, λίγο πριν από την έναρξη της λειτουργίας, παρουσία του Αυτοκράτορα και του Πατριάρχη. Αμέσως μετά, ο Ουμβέρτος και οι ακόλουθοί του φεύγουν για τη Ρώμη. Λίγο πριν διαβούν τη δυτική πύλη της Πόλης, γυρνά και φωνάζει: «Ο Θεός ας δει και ας κρίνει». Ένας διάκονος τρέχει πίσω του και τον παρακαλεί να πάρει πίσω το έγγραφο. Εκείνος αρνείται και το πετάει στο δρόμο. 

 

Αυτή ήταν η αρχή του τέλους της ενωμένης χριστιανικής εκκλησίας. Ο πατριάρχης Μιχαήλ συγκαλεί έκτακτη σύνοδο και ανταφορίζει όσους Παπικούς είχαν υπογράψει τον αφορισμό ή όσους είχαν συμφωνήσει με αυτόν. Το μεγάλο σχίσμα μεταξύ της δυτικής και ανατολικής χριστιανοσύνης είχε μόλις γίνει πραγματικότητα. 

 

Η διάσπαση αυτή, η οποία ισχύει ως σήμερα, μέσα στην πάροδο των χρόνων δημιούργησε σημαντικές δογματικές διαφορές σχετικά με τις πεποιθήσεις περί ζωής και θανάτου και την τέλεση της κηδείας. Σε ποια στοιχεία συμπίπτουν τα δύο δόγματα και σε ποια έχουν τραβήξει διαφορετικούς δρόμους; 

 

 

Η ρωμαιοκαθολική πίστη για τη μεταθανάτια ζωή και οι δογματικές διαφορές με την ορθόδοξη

 

Οι Ρωμαιοκαθολικοί, όπως και οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, πιστεύουν πως κάθε άνθρωπος αποτελείται από δύο κομμάτια: το σώμα, το οποίο είναι φθαρτό και τη ψυχή, η οποία είναι άφθαρτη -παρά τον θάνατο του ανθρώπου- και αιώνια στους ουρανούς. 

 

Οι χριστιανικές πεποιθήσεις για τη μεταθανάτια ζωή εκπορεύονται από τη ζωή του Ιησού Χριστού, ο οποίος, σύμφωνα με την παράδοση, έφτασε στη γη, θυσιάστηκε για τις αμαρτίες του ανθρώπου και τρεις μέρες μετά τον θάνατό του αναστήθηκε. 

 

Εδώ εντοπίζουμε την πρώτη μεγάλη δογματική διαφορά μεταξύ Καθολικών και Ορθοδόξων. Οι δυτικοί, από τη μία, θεωρούν πως ο Ιησούς έσωσε τον άνθρωπο και του επέτρεψε να φτάσει στον Παράδεισο, πληρώνοντας ο ίδιος το τίμημα μέσω του θανάτου και της σταύρωσής του. Οι ανατολικοί, από την άλλη, πιστεύουν πως η σωτηρία αυτή επιτυγχάνεται από τον θρίαμβο του Χριστού επί του θανάτου με την Ανάσταση. 

 

Ανάλογη δογματική διαφορά υφίσταται και σχετικά με τον θάνατο της Παναγίας, με τους καθολικούς να θεωρούν πως εκοιμήθη και ανελήφθη στους ουρανούς με θεϊκό τρόπο και τους ορθόδοξους, ότι βίωσε κανονικό θάνατο, όπως όλοι οι υπόλοιποι άνθρωποι, με τον Χριστό να είναι αυτός που την πήρε αργότερα μαζί του στον Παράδεισο. 

 

Σύμφωνα με τις αφηγήσεις της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, μετά τον θάνατό του ο άνθρωπος πρόκειται να βιώσει δύο κρίσεις: την ατομική και την τελική, κατά τη Δευτέρα Παρουσία. 

 

Κατά την ατομική, η οποία λαμβάνει χώρα αμέσως μετά τον θάνατο του πιστού, ο Θεός κρίνει εάν με βάση το ποιόν των πράξεών του στην επίγεια ζωή, πρέπει να μεταφερθεί στον παράδεισο στην κόλαση. Η διαφορά, όμως, στην καθολική παράδοση είναι πως υπάρχει κι ένας τρίτος «χώρος», το Καθαρτήριο, το οποίο δεν υφίσταται στις ορθοδοξία, όπου μεταβαίνουν οι άνθρωποι που πρέπει να καθαρθούν για να μεταβούν στον παράδεισο. Σύμφωνα με τη «Θεία Κωμωδία» του Δάντη, το Καθαρτήριο αποτελεί ουσιαστικά τον «προθάλαμο του παραδείσου». 

 

Ο θάνατος στον ρωμαιοκαθολικισμό

Η ρωμαιοκαθολική κηδεία

 

Οι κηδείες των ρωμαιοκαθολικών έχουν τρία στάδια: την αγρυπνία, η οποία λαμβάνει χώρα το βράδυ που μεσολαβεί από τον θάνατο του νεκρού και την τέλεση του μυστηρίου, την θεία λειτουργία, η οποία συμβαίνει τις περισσότερες φορές σε ναό, και την ταφή ή αποτέφρωση της σορού. 

 

Το βράδυ πριν από την κηδεία ο νεκρός πλένεται και τοποθετείται σε φέρετρο, το οποίο παραμένει στην οικία του ή μεταφέρεται σε παρεκκλήσι ναού. Το βράδυ εκείνο συνήθως μαζί με την οικογένεια που θρηνεί φτάνουν αρκετοί φίλοι του εκλιπόντος για να συλλυπηθούν και να στηρίξουν τα μέλη της στις δύσκολες ώρες που περνούν. 

 

Την επομένη λαμβάνει χώρα η τελετή. Σ’ αυτή διαβάζονται διάφοροι ψαλμοί και τροπάρια για την αθανασία των ψυχών, ενώ ο ιερέας, ο οποίος είναι ντυμένος με μωβ άμφια, ραντίζει τον νεκρό με αγιασμό και τυλίγει το φέρετρο με λευκό πανί, μια διαδικασία η οποία μοιάζει αρκετά με την ρωμαιοκαθολική βάπτιση. 

 

Πάνω στο φέρετρο του νεκρού υπάρχει ένας σταυρός, το Ευαγγέλιο, και ένα κερί του Πάσχα, το οποίο μένει αναμμένο προκειμένου το φως, το οποίο εκπορεύεται από την ανάσταση του Ιησού Χριστού, να δείξει το δρόμο στον νεκρό, ο οποίος είναι «καλυμμένος» από το σκοτάδι.

 

Η κυριότερη διαφορά μεταξύ των τελετών των δύο χριστιανικών δογμάτων είναι πως οι Ρωμαιοκαθολικοί, σ’ αντίθεση με τους Ορθοδόξους, τελούν το μυστήριο της Θείας Κοινωνίας, όπως και σ’ όλες τις άλλες τελετές. 

 

Αφού ολοκληρωθεί η κηδεία, ακολουθείται ταφή ή αποτέφρωση της σορού. Στην πρώτη περίπτωση, η σορός θάβεται με το φέρετρο, ενώ στο σημείο τοποθετείται μια ταφόπλακα με τα προσωπικά στοιχεία του νεκρού.
 

Όσον αφορά την αποτέφρωση, η διαδικασία επιτρέπεται κανονικά από την εκκλησία. Η ιστορία αυτή ξεκινά από τα μέσα του 20ου αιώνα, όταν παρά τη σχετική διάταξη που είχε συνταχθεί το 1886 και απαγόρευε την καύση των νεκρών, ο Πάπας τελικά επέτρεψε την αποτέφρωση, αλλά μόνο υπό την προϋπόθεση πως δεν θα γινόταν στον όνομα οποιασδήποτε παγανιστικής δοξασίας.  

 

Από το 2001, ωστόσο, η αποτέφρωση επιτρέπεται πια και επίσημα, με την εκκλησία, ωστόσο, να σημειώνει πως η τέφρα πρέπει να φυλάσσεται σε νεκροταφείο και όχι στο σπίτι των συγγενών του νεκρού. 

 

Ο θάνατος στον ρωμαιοκαθολικισμό

Τι συμβαίνει στην Ελλάδα

 

Υπολογίζεται πως στη χώρα μας σήμερα ζουν περίπου 250.000 Καθολικοί πολίτες, Έλληνες αλλά και μετανάστες από χώρες με ισχυρό ρωμαιοκαθολικό υπόβαθρο, όπως την Πολωνία, τη Γερμανία, την Ουκρανία, τις Φιλιππίνες και την Αλβανία. 

 

Ναοί καθολικών υπάρχουν σχεδόν σε κάθε μεγάλη πόλη της Ελλάδας, στους οποίους μπορεί οποιοσδήποτε Καθολικός να εκφράσει την πίστη του. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει με τα καθολικά νεκροταφεία, τα οποία μπορεί να βρει κανείς στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, την Κέρκυρα, τη Ρόδο και φυσικά στις Κυκλάδες και τη Σύρο, όπου και ζουν χιλιάδες Καθολικοί Έλληνες αρμονικά με τους Ορθόδοξους εδώ και δεκαετίες. 

 

Οι πολιτισμικές επιρροές, ωστόσο, της ανατολικής θρησκείας είναι εμφανείς στα ταφικά τους μνημεία τα οποία είναι, ως επί το πλείστον, μαρμάρινα, σ’ αντίθεση με τα πολύ πιο απλά δυτικά. 

ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ ΤΟ